– Η έννοια των κοινόχρηστων πραγμάτων, σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα, είναι τόσο ευρεία ώστε να καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του φυσικού αλλά και του οικιστικού περιβάλλοντος. Το άρθρο 967 του Αστικού Κώδικα ορίζει ότι «πράγματα κοινής χρήσης είναι ιδίως τα νερά με ελεύθερη και αέναη ροή, οι δρόμοι, οι πλατείες, οι γιαλοί, τα λιμάνια και οι όρμοι, οι όχθες πλεύσιμων ποταμών, οι μεγάλες λίμνες και οι όχθες τους». Τα κοινόχρηστα πράγματα είναι εκτός συναλλαγής και ανήκουν είτε στο δημόσιο (αιγιαλός, παραλία) είτε στους ΟΤΑ, οι οποίοι αναλαμβάνουν τη διαχείριση και την αξιοποίησή τους κατά τρόπο που να μην αναιρεί την κοινή χρήση (άρθρο 970 του ΑΚ) και να προάγει την κοινή ωφέλεια (άρθρο 969 του ΑΚ).
– Κάθε πολίτης έχει την εξουσία να χρησιμοποιεί ελεύθερα τους κοινόχρηστους χώρους, εξουσία που απορρέει από το δικαίωμα της προσωπικότητας (άρθρο 57 του ΑΚ), καθώς και το δικαίωμα να απαιτεί από τους υπεύθυνους για τη διαχείρισή τους ΟΤΑ την προστασία της ακώλυτης χρήσης τους όταν αυτή παρεμποδίζεται.
– Το τρίπτυχο ΟΤΑ-Πολεοδομία-Αστυνομία παραμένει αρμόδιο για κάθε κοινόχρηστο χώρο. Ο συντονισμός πολλών φορέων στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που προκύπτουν δυσχεραίνει τον έλεγχο και την επιβολή κυρώσεων. Εξάλλου, συχνά παρατηρείται το φαινόμενο να οχυρώνονται οι ΟΤΑ πίσω από αυτή την εγγενή δυσκολία, επικαλούμενοι ακριβώς τη δυσχέρεια συντονισμού με τις άλλες υπηρεσίες, προκειμένου να κρύψουν την πραγματική αιτία για την οποία δεν επεμβαίνουν: την έλλειψη, αρκετά συχνά, της πολιτικής βούλησης να επιβάλουν κυρώσεις.
– Σε ένα θέμα που συνδέεται τόσο στενά με την ποιότητα ζωής των πολιτών (κοινόχρηστοι είναι στη συντριπτική τους πλειονότητα οι χώροι πρασίνου και οι ελεύθερες εκτάσεις που χρησιμοποιούν οι δημότες για την αναψυχή τους ή την καθημερινή τους εξυπηρέτηση: δρόμοι, πλατείες, πάρκα, πεζοδρόμια κ.ά.), τα σημεία τριβής μεταξύ των ΟΤΑ και των πολιτών είναι πολλά και τα παράπονα με θέμα την άσκηση από το Δήμο των διαχειριστικών τους αρμοδιοτήτων αποτελούν ένα από τα κύρια αντικείμενα προβληματισμού της δημοτικής κίνησης «ΠΟΛΙΤΕΣ ΣΕ ΔΡΑΣΗ».
– Επιχειρώντας έτσι μια ομαδοποίηση των περιπτώσεων, διακρίνουμε αυτές στις οποίες αναιρείται η κοινή χρήση και εκείνες που υποβαθμίζουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα των χώρων.
Αναίρεση της κοινής χρήσης
– Παράλληλα με την προφανή αξία που έχουν οι κοινόχρηστοι χώροι για την ποιότητα ζωής, ιδίως σε επιβαρυμένες οικιστικά περιοχές, αποτελούν και μια από τις σημαντικότερες πηγές εσόδων των ΟΤΑ, οι οποίοι είναι επιφορτισμένοι με τη διαχείρισή τους.
– Ο Αστικός Κώδικας (άρθρο 970) δίνει το δικαίωμα στην αρχή, στην κυριότητα της οποίας βρίσκεται το κοινόχρηστο πράγμα, να παραχωρήσει σε ιδιώτες-επιχειρηματίες δικαιώματα επ’ αυτού και να εισπράττει τέλη (άρθρο 3 του Ν. 1512/1985 και άρθρο 3 του Ν. 1080/1980) ή να συνάπτει με ιδιώτες συμβάσεις μίσθωσης του κοινόχρηστου πράγματος (Ν. 2009/1992).
– Οι άδειες παραχώρησης σχεδόν πάντοτε ταυτίζονται με άδειες ολικής ή μερικής κατοχής του κοινόχρηστου χώρου. Με αυτόν τον τρόπο, και έναντι σημαντικών χρηματικών ποσών, δίνονται άδειες σε εστιατόρια και καφετερίες για την ανάπτυξη τραπεζοκαθισμάτων σε πεζοδρόμια και πλατείες, για την εγκατάσταση περιπτέρων ή την έκθεση εμπορευμάτων πάνω στα πεζοδρόμια.
– Θεωρητικά, η δραστηριότητα που θα αναπτύξουν οι ιδιώτες-επιχειρηματίες στον κοινόχρηστο χώρο, του οποίου την κατοχή εξασφάλισαν, πρέπει να εξυπηρετεί ή να μην αναιρεί την κοινή χρήση.
– Συχνά ο νομοθέτης τάσσει συγκεκριμένο ποσοστό του κοινόχρηστου πράγματος που μπορεί να παραχωρηθεί, αφήνοντας το υπόλοιπο ελεύθερο για την κοινή, ανεμπόδιστη χρήση (άρθρο 3 του Ν. 1080/1980 για τις πλατείες).
– Η εμπειρία όμως δείχνει ότι στην πράξη, με την παραχώρηση σε ιδιώτες ολοένα και μεγαλύτερου αριθμού αδειών κατάληψης κοινόχρηστων χώρων, η κοινή χρήση περιορίζεται σε υπέρμετρο βαθμό ή αποκλείεται τελείως.
– Το συγκεκριμένο πρόβλημα, γίνεται ιδιαίτερα οξύ σε περιοχές όπου ο αριθμός των αδειών είναι τέτοιος, ώστε πεζοδρόμια και πλατείες να είναι κυριολεκτικά κατακλυσμένα από τις καρέκλες και τα τραπέζια κάθε είδους εστιατορίων, κέντρων διασκέδασης και καφετεριών.
– Υπάρχουν ακόμα πολλά παράπονα πολιτών για το πλήθος αυθαίρετων σταθερών κατασκευών από μέρος των καταστημάτων κατά μήκος κεντρικών εμπορικών δρόμων. Στις περιπτώσεις αυτές, παρά τις βεβαιωμένες παραβάσεις της πολεοδομικής νομοθεσίας και την κατάληψη κοινόχρηστης έκτασης, διάφοροι Δήμοι περιορίστηκαν να απαντήσουν στον Συνήγορο του Πολίτη ότι το Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο της περιοχής παρουσιάζει αδυναμίες και επίκειται η σύνταξη νέου, το οποίο θα ρυθμίσει το πρόβλημα συνολικά και όχι μέσω μιας «νομότυπης αλλά αποσπασματικής επέμβασης» .
– Η κατάληψη κοινόχρηστων χώρων με την ανέγερση αυθαίρετων κατασκευών για την ανέγερση κτισμάτων πολλές φορές γίνεται από τον ίδιο τον δήμο. Παρά τις εκθέσεις αυτοψίας της Διεύθυνσης Πολεοδομίας, που χαρακτήριζαν τις κατασκευές ως αυθαίρετες, και τις επανειλημμένες επισημάνσεις για την αναίρεση του κοινόχρηστου χαρακτήρα των χώρων αυτών με την ανέγερση κτισμάτων, υπήρξαν απαντήσεις ότι οι κατασκευές θα τονώσουν έτσι την κοινωνική και πολιτιστική ζωή της περιοχής προς όφελος των πολιτών.
– Το γεγονός ότι στις παρεμβάσεις οι δημοτικές αρχές συνήθως καθυστερούν να απαντήσουν και αναβάλλουν τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων επιβεβαιώνει, την αδυναμία των περισσότερων δήμων της χώρας να αντιμετωπίσουν ριζικά το ζήτημα της κατάληψης κοινόχρηστων χώρων, λόγω απροθυμίας να περιορίσουν μια πρακτική που είναι οικονομικά συμφέρουσα και για τον δήμο αλλά και για την περιοχή γενικότερα.
Υποβάθμιση της κοινής χρήσης
– Μεγάλος αριθμός παραπόνων θίγει την αδράνεια των δημοτικών και κοινοτικών αρχών να διατηρήσουν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα των χώρων, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση των πολιτών σε αυτούς και η κοινή χρήση σε συνθήκες ασφάλειας και καθαριότητας.
– Σε μια ασφυκτικά δομημένη περιοχή, όπως το Κεντρικό Χαϊδάρι και το Δάσος, το θέμα της διατήρησης των κοινοχρήστων χώρων και χώρων πρασίνου αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα.
– Πέρα από τη μείωση των χώρων αυτών, πρέπει να αντιμετωπιστεί και το ζήτημα της ουσιαστικής διατήρησής τους με τεράστια σημασία για την ποιότητα ζωής των κατοίκων.
– Το θέμα της καθαριότητας των κοινόχρηστων χώρων, αποτελεί ένα από τα πλέον συνηθισμένα ζητήματα για τα οποία διαμαρτύρονται οι πολίτες.
– Είναι συχνό το φαινόμενο παλαιών εγκαταλελειμμένων κτιρίων ή και χαρακτηρισμένων ως διατηρητέα αλλά και οικοπέδων που έχουν μεταβληθεί σε χώρους εναπόθεσης κάθε είδους απορριμμάτων και οικοδομικών υλικών ή και χώρων στάθμευσης εγκατελημένων οχημάτων ή στάθμευσης φορτηγών, αποτελώντας πραγματικές εστίες μόλυνσης και σοβαρό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και ασφάλεια, αλλά κυρίως απαξίωσης της ποιότητας ζωής.
– Η εμπειρία όμως έχει καταδείξει ότι στον τομέα της καθαριότητας τεράστιο πρόβλημα για τους πολίτες συνεχίζει να αποτελεί η τοποθέτηση των κάδων απορριμμάτων, θέμα που εμπίπτει αποκλειστικά στην αρμοδιότητα των δήμων. Οι πολίτες διαμαρτύρονται για την επιλογή του σημείου όπου τοποθετούνται οι κάδοι, πολλές φορές κάτω ακριβώς από μπαλκόνια σπιτιών ή έξω από τα παράθυρα, δημιουργώντας ασφυκτικές συνθήκες για τους ενοίκους, ιδίως σε περιόδους απεργίας του προσωπικού καθαριότητας του δήμου ή κατά τους καλοκαιρινούς μήνες.
– Πολλά παράπονα αφορούν επίσης στην υπερβολική συγκέντρωση κάδων απορριμμάτων σε έναν δρόμο ή, αντίθετα, την έλλειψη σε κάποια περιοχή. Υπάρχουν σαφείς ενδείξεις ότι στο θέμα της τοποθέτησης των κάδων η επιλογή των θέσεων πολύ συχνά δεν γίνεται με βάση ορθολογικά κριτήρια και πολλές φορές κατά παράβαση του ΚΟΚ.
Αδράνεια ως προς τη διατήρηση των κοινόχρηστων χώρων και την αξιοποίησή τους
– Πέραν της καθαριότητας, πολίτες διαμαρτύρονται για ελλιπή φροντίδα των κοινόχρηστων χώρων, ιδίως των οδών και των πεζοδρομίων.
• Η χρήση των οδών γίνεται προβληματική για τους οδηγούς, κυρίως όσον αφορά στη στάθμευση των αυτοκινήτων τους. Στα αστικά κέντρα ο αριθμός των αυτοκινήτων αυξάνεται δυσανάλογα σε σχέση με τις υπάρχουσες θέσεις στάθμευσης, φαινόμενο που οδηγεί σε αύξηση των κρουσμάτων στάθμευσης σε χώρους όπου απαγορεύεται (διαβάσεις πεζών, πεζόδρομοι, γωνίες οικοδομικών τετραγώνων κ.ά.). Οι πολίτες διαμαρτύρονται για τον πλημμελή έλεγχο από τις κατά τόπους δημοτικές αστυνομίες, αλλά και για το ότι οι ίδιοι οι ΟΤΑ συχνά συντελούν στο πρόβλημα με δικές τους πράξεις.
• Το θέμα της παραχώρησης από τους ΟΤΑ αποκλειστικών θέσεων στάθμευσης σε οχήματα τραπεζών, ασφαλιστικών εταιρειών, εφημερίδων, βουλευτών, πρεσβειών, δημόσιων υπηρεσιών κ.λπ. έχει ως αποτέλεσμα να μειώνονται ακόμη περισσότερο οι υπάρχουσες θέσεις στάθμευσης για τους πολίτες σε ιδιαίτερα ευαίσθητες περιοχές, όπως το κέντρο. Είναι σκόπιμο να επισημανθεί ότι οι αποφάσεις των δημοτικών συμβουλίων που παραχωρούν αποκλειστικούς χώρους στάθμευσης στερούνται νόμιμου ερείσματος, καθώς ο ΚΟΚ (άρθρο 52, παράγρ. 6) δίνει μεν στους ΟΤΑ τη δυνατότητα λήψης κυκλοφοριακών μέτρων, υπό τον όρο όμως αυτά να αποσκοπούν στον περιορισμό της κυκλοφορίας ή της στάθμευσης αυτοκινήτων και όχι το αντίθετο.
• Το θέμα των πεζοδρομίων είναι ιδιαίτερα προβληματικό, διότι, πέρα από τις κακοτεχνίες, η πρόσβαση των πεζών σε αυτά παρακωλύεται από κάθε είδους εμπόδια (παράνομα παρκαρισμένα αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες, ζαρντινιέρες, πινακίδες, εμπορεύματα από παρακείμενα καταστήματα κ.ά.). Σε πολλές περιπτώσεις οι πεζοί αναγκάζονται να χρησιμοποιούν το οδόστρωμα, αυξάνοντας έτσι την πιθανότητα πρόκλησης ατυχήματος.
Συμπεράσματα – Προτάσεις
– Η δράση των ΟΤΑ όσον αφορά στους κοινόχρηστους χώρους τους οποίους διαχειρίζονται είναι πολυεπίπεδη και η περιπτωσιολογία δύσκολα μπορεί να εξαντληθεί.
– Ως προς την αναίρεση της κοινής χρήσης με την έκδοση αδειών παραχώρησης ή την αυθαίρετη κατάληψη των κοινόχρηστων χώρων από ιδιώτες-επιχειρηματίες, φαίνεται ότι η αδράνεια των ΟΤΑ οφείλεται σε συνειδητή πολιτική επιλογή, να προτάσσουν την οικονομική ανάπτυξη της περιφέρειάς τους, διευκολύνοντας τους επιχειρηματίες που δραστηριοποιούνται σε αυτήν. Έτσι, οι μεν ΟΤΑ εκδίδουν τις σχετικές άδειες χωρίς να τηρούν πάντοτε τις επιταγές της νομοθεσίας, οι δε επιχειρηματίες παραβιάζουν συχνά τους σχετικούς όρους, επεκτείνοντας την εμπορική τους δραστηριότητα-ακόμα και σε βάρος των εμπορικών καταστημάτων της περιοχής τους.
– Η κατάσταση αυτή όμως υποβαθμίζει συνεχώς την ποιότητα ζωής των πολιτών και την εμπορική κίνηση της περιοχής και της πόλης, οι οποίοι δεν μπορούν να ασκήσουν το αυτονόητο και νόμιμο δικαίωμά τους να χρησιμοποιούν και να απολαμβάνουν τους κοινόχρηστους χώρους της περιοχής τους αλλά και να αναπτύξουν εμπορική δράση. Ιδίως σε περιοχές, όπου η ζήτηση για άδειες χρήσης κοινόχρηστων χώρων είναι αυξημένη, το πρόβλημα γίνεται ιδιαίτερα οξύ.
– Όσον αφορά στην υποβάθμιση της κοινής χρήσης, η αδράνεια ή οι πλημμελείς ενέργειες των ΟΤΑ φαίνεται να οφείλονται στην αδυναμία τους να ελέγξουν ικανοποιητικά την κατάσταση –παρά την κατ’ αρχάς πρόθεσή τους να το πράξουν–, λόγω σοβαρών ελλείψεων προσωπικού, υποδομών και πόρων, και σε μια σχετική δυσκινησία των υπηρεσιών, γραφειοκρατικής φύσης.
– Η περιγραφείσα κατάσταση, είναι αποτέλεσμα της πλημμελούς εφαρμογής των νόμων από την πλευρά των πολιτών-παρόδιων ιδιοκτητών- καταστηματαρχών, αλλά κυρίως της έλλειψης ελέγχου από τις κατά καιρούς Δημοτικές Αρχές.
– Με άλλα λόγια εφαρμόζεται (λόγω συναίνεσης των αρχών) πλήρως το γνωστό σε όλους μας ιδιοτελές «δίκαιο του ψηφοφόρου». Η λύση είναι εξαιρετικά απλή και δεν είναι άλλη από την εφαρμογή της νομοθεσίας που θα υποχρεώσει τους παραβάτες να ελευθερώσουν τα πεζοδρόμια και τους κοινόχρηστους χώρους ή να ζητούν την προβλεπόμενη άδεια από τη Δημοτική Αρχή, η οποία θα καθορίσει και τις προδιαγραφές
– Η απελευθέρωσή ή η μη άναρχη διαμόρφωση – κατάληψη των υπόψη χώρων:
•θα βελτιώσει την καθημερινότητα των δημοτών και θα τονώσει την επιχειρηματική δραστηριότητα των εμπορικών καταστημάτων της περιοχής του κέντρου ,
•θα βελτιώσει το κυκλοφοριακό πρόβλημα και θα επαναφέρει το αίσθημα δικαίου που πρέπει να εκφράζουν οι Δημοτικές Αρχές,
•είναι εμφανές ότι δεν συνιστά οικονομικό, ή πολιτικό κόστος αφού όλοι θα είναι ίσοι έναντι του νόμου,
Η δημοτική κίνηση «ΠΟΛΙΤΕΣ ΣΕ ΔΡΑΣΗ» προτείνει τα ακόλουθα:
•Αυστηρότερη ρύθμιση των προϋποθέσεων χορήγησης αδειών παραχώρησης κοινόχρηστων χώρων και κατάληψής τους με τραπεζοκαθίσματα. Κυρίως, σε όλες τις περιπτώσεις παραχώρησης χρήσης (πλατείες, δρόμοι, πεζοδρόμια κ.λπ.), να ορίζεται το μέγιστο ποσοστό κοινόχρηστου χώρου που μπορεί να παραχωρηθεί σε ιδιώτες, ώστε να διατίθεται πάντοτε ικανό μέρος του για την κοινή χρήση από τους πολίτες.
•Επιβολή αυστηρών προστίμων σε εκείνους που παραβιάζουν τους όρους της άδειας παραχώρησης κοινόχρηστων χώρων και κυρώσεις, όπως ανάκληση της άδειας και μη χορήγησή της στο μέλλον, σε αυτούς που κατ’ εξακολούθηση παρανομούν ή οι παρανομίες τους έχουν ιδιαίτερη βαρύτητα (π.χ. κατάληψη κοινόχρηστων χώρων με σταθερές κατασκευές).
•Συχνότερες περιπολίες της Δημοτικής Αστυνομίας στους κοινόχρηστους χώρους, ώστε να διαπιστώνονται οι παραβάσεις αλλά και να επιτυγχάνεται η επαρκής περιφρούρηση και η προστασία τους.
•Σύνταξη μελετών από τις τεχνικές υπηρεσίες των ΟΤΑ για την υπόδειξη των θέσεων όπου πρέπει να τοποθετούνται οι κάδοι απορριμμάτων, με βάση την αρχή της αναλογικότητας και της ισότητας των πολιτών, ώστε να περιοριστούν οι αιτιάσεις ευνοιοκρατίας σε ένα θέμα που αποδεδειγμένα απασχολεί τους κατοίκους των αστικών κέντρων με παράλληλη τήρηση του ΚΟΚ.
•Ιδιαίτερη μέριμνα για τους κοινόχρηστους χώρους πρασίνου με έμφαση στην καθαριότητα, τη φροντίδα των φυτών και την περαιτέρω δενδροφύτευση, όπου αυτό είναι δυνατόν με πρόβλεψη να μην παρεμποδίζεται η κίνηση πεζών και ΑμΕΑ.
•Απλούστευση της γραφειοκρατικής διαδικασίας αλλά και της εσωτερικής συνεργασίας των υπηρεσιών του δήμου (Τεχνική Υπηρεσία, Υπηρεσία Καθαριότητας, Δημοτική Αστυνομία, κλπ), ώστε να επιτυγχάνεται η γρήγορη και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων.
•Ενίσχυση των παραπάνω υπηρεσιών με ανθρώπινο δυναμικό και πόρους, για την απρόσκοπτη άσκηση των καθηκόντων τους.
•Έλεγχος της παράνομης στάθμευσης στις οδούς και της αυθαίρετης χρήσης εισόδου χώρων στάθμευσης στα κτίρια, με παράλληλη δημιουργία δημοτικού χώρου στάθμευσης στις περιοχές με αυξημένη εμπορική δραστηριότητα.
Η διατήρηση των κοινόχρηστων χώρων αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα για την προστασία του αστικού περιβάλλοντος και τη βασικότερη ίσως υποχρέωση που έχουν αναλάβει οι ΟΤΑ απέναντι στους πολίτες, πάντοτε με στόχο την αναβάθμιση της ποιότητας ζωής στο σύγχρονο, επιβαρυμένο αστικό οικιστικό περιβάλλον.
ΠΗΓΕΣ: α. Εκθέσεις Συνηγόρου του Πολίτη, β. Αποφάσεις του ΣτΕ