Οι γονείς μαζί με τους καθηγητές, κόντρα στο θράσος της πολιτικής ελίτ

Αυτές τις μέρες ζούμε την οξεία σύγκρουση καθηγητών και κυβέρνησης. Οι καθηγητές αποφάσισαν να χρησιμοποιήσουν το πιο γερό τους όπλο, που είναι η απεργία κατά τη διάρκεια των πανελλαδικών εξετάσεων, ενώ η κυβέρνηση, αξιοποιώντας την κορυφή της δικαστικής πυραμίδας που εδώ και τρία χρόνια καταστρατηγεί επανειλημμένα το Σύνταγμα έχοντας κάνει θεσμό της δεκαετίας του 2010 το “κράτος έκτακτης ανάγκης” σε καιρό ειρήνης, προχώρησε στην έκνομη επιστράτευση για να κάνει επίδειξη πυγμής. 
Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΛΙΩΤΗΣ*
Για να νομιμοποιήσει  πολιτικά  το συνταγματικό πραξικόπημα, που η έλλειψη συνταγματικού δικαστηρίου στη χώρα το επιτρέπει για άλλη μια φορά την τελευταία τριετία, αξιοποιεί  τη διαφωνία του μεγαλύτερου ποσοστού τής κοινής γνώμης με την απεργία των καθηγητών μέσα στις εξετάσεις.  Και εδώ βλέπουμε την κατάρρευση της λογικής των θεσμών. Από πότε κ. Σαμαρά μια πλειοψηφούσα δημοσκοπικά άποψη δικαιολογεί την παραβίαση του Συντάγματος; Και στη συνέχεια την κατάρρευση της κοινής λογικής; Αν μια πλειοψηφούσα δημοσκοπικά άποψη δικαιολογεί την παραβίαση του Συντάγματος, τότε γιατί δεν δικαιολογεί την απόσυρση πλήθους απλών νομοσχεδίων, με τα οποία εδώ και τρία χρόνια η κοινωνία όχι μόνο διαφωνεί δημοσκοπικά, αλλά κι έχει βγει μαζικά δεκάδες φορές στους δρόμους για να τα αποκρούσει; 
Ας γυρίσουμε όμως στην κοινωνία και στο πώς αντιμετωπίζει την απεργία των καθηγητών μέσα στις εξετάσεις. Δύο στους τρεις εναντιώνονται, γιατί η απεργία παίζει με την αγωνία και το μέλλον των παιδιών. Με την αγωνία τους για τις εξετάσεις όντως παίζει, με το μέλλον τους όμως είναι άλλοι που παίζουν τα άσχημα παιχνίδια. Ας μην παίζουμε όμως με τις λέξεις. Σε μια κατάσταση, όπου ο εκβιασμός και η επιβολή του δικαίου του ισχυρού είναι πια μια απροκάλυπτη ωμή πρακτική όχι μόνο από τους εγχώριους αλλά κι από τους διεθνείς παράγοντες, ποια πολιτική λογική θα στερήσει το ηθικό έρεισμα από αυτούς που τον χρησιμοποιούν για να αμυνθούν; Εδώ να σημειώσουμε ότι, ενώ η κοινωνία στέκεται απέναντι στην απεργία, δεν στέκεται απέναντι και στα αιτήματα των καθηγητών. Αφού όμως κατανοεί τα προβλήματα αυτών των ανθρώπων με τους οποίους οι γονείς συνεργάζονται για τη μόρφωση των παιδιών τους, τι κάνει για να τους βοηθήσει; 
Ωραία λοιπόν, να μην κάνουν οι καθηγητές απεργία μέσα στις εξετάσεις.  Την επόμενη όμως των εξετάσεων οι 200.000 γονείς  των εξεταζόμενων, μαζί με τα παιδιά τους και τους καθηγητές θα κατέβουν στους δρόμους για να υπερασπιστούν τους καθηγητές από τα δεινά που τους περιμένουν; Αν οι γονείς δεν έχουν σκοπό να το κάνουν, πώς μπορούν σήμερα πριν τις εξετάσεις να κοιτάνε στα μάτια τους 8.000 αναπληρωτές που θα μπουν αυτές τις μέρες για τελευταία φορά στην τάξη, πριν βγουν στην ανεργία;  Πώς  θα μπορούν από το Σεπτέμβρη να κοιτάνε στα μάτια τους καθηγητές που θα μετατεθούν μακριά από εκεί που υπηρετούσαν για πολλά χρόνια και θα πρέπει με μειωμένο κατά 40% το μισθό να νοικιάσουν σπίτι είτε για τους ίδιους είτε -ακόμα χειρότερα- και για όλη τους την οικογένεια; Πώς θα μπορούν να κοιτάνε στα μάτια τους καθηγητές ιδιαίτερων ειδικοτήτων που κι αυτοί  με πετσοκομμένο μισθό θα περιοδεύουν σε πόλεις και χωριά σε εβδομαδιαία βάση;  Ίσως βέβαια από το φθινόπωρο να ανοίξουν οι τοπικές ενώσεις γονέων τραπεζικούς λογαριασμούς για την ενίσχυση των αναξιοπαθούντων καθηγητών! Θα έχουν όμως μετά την απαίτηση οι ταπεινωμένοι καθηγητές να επιβάλλουν την προσωπικότητα τους σε μια αίθουσα που δεν θα έχει πια 20-25 μαθητές αλλά περισσότερους από 30;
Πριν τελειώσω, ακούω ήδη στα αυτιά μου τους  μνημονιακούς ρήτορες να εκπέμπουν μέσα από το στόμα κάποιων  γονιών τον αντίλογο. Ότι,  για παράδειγμα, οι εκπαιδευτικοί ως δημόσιοι υπάλληλοι είναι θέσει ευνοημένοι. Ας τους βάλουμε τότε στη λαιμητόμο των απολύσεων και να δούμε μετά ποιος θα ζημιωθεί από τις κενές διδακτικές ώρες. Κάποιοι γονείς, πάλι, θα πουν ότι δεν αξιολογούνται. Μήπως για το νέο σύστημα αξιολόγησης ρώτησαν και τους γονείς ή επιφύλαξαν κάποιο ρόλο γι’ αυτούς;  Κάποιοι, τέλος, θα πουν ότι  και τις δεκαετίες του ‘60 και του ’70 ήταν περισσότεροι οι μαθητές στην τάξη, αλλά τα παιδιά μας μάθαιναν καλύτερα γράμματα. Ξεχνάνε ότι για το εκπαιδευτικό αποτέλεσμα καθοριστικό είναι το πρόγραμμα σπουδών, που το καθορίζουν οι σύμβουλοι του εκάστοτε υπουργού παιδείας και όχι οι καθηγητές που το εφαρμόζουν υποχρεωτικά. Κυρίως ξεχνάνε ότι η μαθητική διαρροή στις δεκαετίες του ‘60 και του ’70 ήταν τεράστια και το ποσοστό αναλφαβητισμού στη μεταπολεμική Ελλάδα ήταν τριτοκοσμικού επιπέδου, ενώ σήμερα το ποσοστό αποφοίτων ανώτερης και ανώτατης εκπαίδευσης είναι αντίστοιχο με αυτό των προηγμένων χωρών. 
Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο μνημονιακός οδοστρωτήρας στην Ελλάδα, τη δεκαετία 2010-2020 (τουλάχιστον),  μέσα στη συνολική υποβάθμιση όλων των δημόσιων λειτουργιών, θα υποβαθμίσει πολύ και τη δημόσια παιδεία και, όπως όλοι οι κοινωνικοί δείκτες, έτσι και αυτοί που αφορούν στο μορφωτικό επίπεδο θα γυρίσουν δεκαετίες πίσω. Η κυρίαρχη πολιτική τάξη, σε αντίθεση με  την υποκριτική ρητορική της, τρίβει τα χέρια της. Γιατί τα γκάλοπ έδειξαν ότι οι λιγότερο μορφωμένοι Έλληνες και δη οι ηλικιωμένοι, όντες αδύναμοι και αμήχανοι απέναντι στα media, είναι αυτοί που έδωσαν την κυβέρνηση στον κ. Σαμαρά. Όλοι ανεξαιρέτως οι πολίτες πρέπει αυτονοήτως  πάντοτε να έχουν τα ίδια αστικά και πολιτικά δικαιώματα.   Ωστόσο η υποβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου συνιστά πρόβλημα δημοκρατίας και αποτελεί πολιτική επένδυση για εξουσίες που επιδιώκουν τη δημοκρατική νομιμοποίηση αυταρχικών πολιτικών μονόδρομων
Μια δημοκρατική κοινωνία πρέπει να υπερασπιστεί αταλάντευτα το δικαίωμα σε μια καλή δημόσια εκπαίδευση. Οι γονείς λοιπόν είναι εκ των πραγμάτων στην ίδια όχθη με τους εκπαιδευτικούς. Στις σημερινές συνθήκες η καλύτερη δυνατή συνεργασία μεταξύ τους είναι ο πραγματικός μονόδρομος  για τους γονείς. Όχι μόνο δεν πρέπει να πέφτουν στις παγίδες του κοινωνικού αυτοματισμού, που στήνει η συστημική προπαγάνδα, αλλά ούτε και να στέκουν στη μέση σαν ουδέτεροι.
Πρέπει να δίνουν σταθερά αγωνιστικό παρόν μαζί με τους εκπαιδευτικούς όλο το χρόνο (η εκπαιδευτική διαδικασία δεν εξαντλείται στις εξετάσεις) για να προασπίσουν και βελτιώσουν την υλική και “άυλη” υποδομή της δημόσιας εκπαίδευσης.  Άλλωστε ελάχιστοι πια έχουν την πολυτέλεια να πληρώνουν 5.000 ευρώ το χρόνο (τουλάχιστον) για να στέλνουν το παιδί τους σε ιδιωτικό σχολείο. Αυτό είναι παραδοσιακά προνόμιο για την οικονομική  και πολιτική ελίτ της χώρας. Και είναι ένα από τα προνόμια που φέρνουν κοντά τους μεγάλους (!!??) πολιτικούς αντιπάλους. Στην προηγούμενη δεκαετία για παράδειγμα οι κ.κ. Σαμαράς και Παπανδρέου –και φυσικά παρά πολύ άλλοι επώνυμοι πολιτικοί και άλλοι παράγοντες -ήταν μαζί στο σύλλογο γονέων του Αμερικάνικου Κολλέγιου Αθηνών. Με τη μόνη διαφορά ότι ο Σαμαράς ήταν τότε πολιτικά ανενεργός και πήρε την προεδρία του Συλλόγου για να έχει και αυτός μια συλλογική ενασχόληση. 
Το χειρότερο όμως δεν είναι το προνόμιό τους. Είναι το απίστευτο θράσος της πολιτικής ελίτ να σχεδιάζει μια μελλοντική δημόσια παιδεία για πληβείους.
*Μέλος τής γραμματείας της δημοτικής κίνησης “Πολίτες σε Δράση – Οικολόγοι πράσινοι”